Αποκαρδιωτικές εικόνες συναντά κανείς πλέον σε κεντρικούς δρόμους των Ιωαννίνων: ξεραμένοι κορμοί, κομμένα κλαδιά, άδεια σημεία εκεί που κάποτε δέσποζαν αιωνόβια πλατάνια.
Η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους ένας εισαγόμενος μύκητας που εδώ και δύο δεκαετίες εξαπλώνεται ασταμάτητα έχει φέρει τα ιστορικά δέντρα της Ηπείρου στο χείλος του αφανισμού.
«Αν στο Παραλίμνιο Ιωαννίνων τα νεκρά δέντρα είναι εβδομήντα, σε όλη την Ελλάδα μπορεί να έχουν φτάσει τις εβδομήντα χιλιάδες» αποκαλύπτει ο διδάκτωρ του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, Τάσος Γάτσιος, μιλώντας στην ΕΡΤ. Η ασθένεια, που πρωτοεμφανίστηκε στη Μεσσηνία το 2003 και κατόπιν πέρασε στην Αλβανία, έχει πλέον εξαπλωθεί σε κάθε ποτάμι και ρέμα της χώρας.
Στην Ήπειρο, τα πρώτα κρούσματα εμφανίστηκαν το 2018.
Μέσα σε μόλις έξι χρόνια, η εικόνα άλλαξε δραματικά: πάνω από 70 αιωνόβια πλατάνια στα Ιωάννινα κόπηκαν για να περιοριστεί η εξάπλωση. Κάποια από αυτά κουβαλούσαν ιστορίες και αναμνήσεις πέντε αιώνων.
Ο κ. Γάτσιος δεν κρύβει την απαισιοδοξία του: «Τώρα πλέον για τα πλατάνια της Ηπείρου είναι αργά. Δεν μπορούμε να σώσουμε το φυσικό οικοσύστημα».
Η ασθένεια μεταδίδεται εύκολα μέσω μολυσμένων εργαλείων και μηχανημάτων αλυσοπρίονα, εκσκαφείς, γεωργικά εργαλεία που συχνά δεν απολυμαίνονται.
Αυτή η παράλειψη, μαζί με την απουσία συντονισμένων μέτρων πρόληψης, επιτάχυνε τη διάδοση του μύκητα.
«Η παρέμβαση έπρεπε να είχε γίνει πριν από 20 χρόνια» τονίζει ο επιστήμονας. «Η αδράνεια μάς οδήγησε σε ένα οριακό σημείο».
Μέσα σε αυτό το ζοφερό τοπίο, η ομάδα iGEM IOANNINA του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων επιχειρεί να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο.
Από το 2020, η διεπιστημονική αυτή ομάδα αναπτύσσει καινοτόμες βιοτεχνολογικές λύσεις για την καταπολέμηση του μεταχρωματικού έλκους, δίνοντας ελπίδα κυρίως για τα πλατάνια που βρίσκονται σε αστικό περιβάλλον και σε ιστορικά σημεία – όπως ο θρυλικός πλάτανος στη Γέφυρα της Άρτας.
Η προσπάθειά τους έχει ήδη αποσπάσει διεθνείς διακρίσεις και, αν αποδώσει, μπορεί να σώσει μεμονωμένα δέντρα-μνημεία.
Τα πλατάνια δεν είναι απλώς δέντρα.
Είναι κομμάτι του τοπίου, της ιστορίας και της μνήμης των ανθρώπων. Στους ίσκιους τους στήθηκαν πανηγύρια, γράφτηκαν ποιήματα, πέρασαν γενιές. Ο αφανισμός τους δεν είναι μόνο οικολογική απώλεια – είναι και πολιτιστική.
ΥΓΣήμερα, η Ήπειρος και η Ελλάδα ολόκληρη πληρώνουν το τίμημα της ολιγωρίας.
Και αν η επιστήμη μπορεί να σώσει λίγα, η φύση χρειάζεται δεκαετίες για να ξαναγεννήσει αυτά που χάνονται. Ό,τι δεν προστατεύουμε έγκαιρα, το αποχαιρετούμε για πάντα.