Μία υπόθεση που μοιάζει βγαλμένη από αστυνομικό μυθιστόρημα συγκλονίζει την Εκκλησία και την κοινωνία των Καλαβρύτων.
Ο ηγούμενος της ιστορικής Μονής Μεγάλου Σπηλαίου συνελήφθη επ’ αυτοφώρω, κατηγορούμενος ότι προσπάθησε να πουλήσει 17 βυζαντινές εικόνες και δύο Ευαγγέλια του 18ου αιώνα έναντι του ποσού των 200.000 ευρώ.
Το γεγονός προκαλεί σοκ όχι μόνο για την παρανομία, αλλά και για το ηθικό βάρος: ο φύλακας του ιερού θησαυρού φέρεται να έγινε ο διακινητής του.
Η επιχείρηση της Αστυνομίας
Ύστερα από καταγγελίες και πληροφορίες που έφτασαν στην Ασφάλεια, οργανώθηκε μυστική επιχείρηση. Αστυνομικός προσποιήθηκε την αγοραστή και συναντήθηκε με τον ηγούμενο σε σημείο της Αχαΐας. Εκεί, παρουσίασε τα προς πώληση κειμήλια: εικόνες μεγάλης καλλιτεχνικής και ιστορικής αξίας και δύο Ευαγγέλια, τυπωμένα το 1737 και το 1761. Η συναλλαγή δεν ολοκληρώθηκε – η Αστυνομία επενέβη και ο ηγούμενος συνελήφθη.
Μαζί του συνελήφθησαν ακόμη πέντε άτομα: ο βοηθός του, ένας ιδιοκτήτης ενεχυροδανειστηρίου με τη σύζυγό του, καθώς και δύο μεσάζοντες. Όλοι κατηγορούνται για συμμετοχή σε κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας και διακίνησης πολιτιστικών αγαθών.
Τα κειμήλια της Μονής
Η Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, κτισμένη μέσα στο βράχο των Καλαβρύτων, θεωρείται ένα από τα πιο ιστορικά μοναστήρια της χώρας. Εκεί φιλοξενούνται ανεκτίμητα κειμήλια που μαρτυρούν την πορεία του Ελληνισμού μέσα στους αιώνες.
Τα αντικείμενα που ο ηγούμενος φέρεται να έβγαλε προς πώληση δεν είναι απλά θρησκευτικά σύμβολα. Είναι κομμάτια μιας ζωντανής μνήμης: εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας, με χρυσά φόντα και περίτεχνες μορφές, και Ευαγγέλια που συνοδεύουν την ιστορία των μοναχών και των πιστών για σχεδόν τρεις αιώνες. Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει ξεκινήσει έρευνα για την αυθεντικότητα, την προέλευση και την αξία τους. Υπάρχουν ενδείξεις ότι τουλάχιστον ένα από τα Ευαγγέλια είχε κλαπεί παλαιότερα από ναό στη Λακωνία.
Ο επίτροπος της εκκλησίας δεν κρύβει την αγανάκτησή του. Με λόγια που στάζουν πίκρα, μιλά για προδοσία της εμπιστοσύνης των πιστών:
«Είναι αδιανόητο ο ίδιος ο φύλακας των ιερών να γίνεται ο πρώτος που τα προδίδει. Νιώθουμε ντροπή και οργή, γιατί αυτά τα κειμήλια είναι η ψυχή μας».
Η τοπική κοινωνία των Καλαβρύτων βιώνει ένα βαθύ τραύμα.
Το μοναστήρι που στάθηκε φάρος πίστης και ελπίδας στις πιο δύσκολες στιγμές του Γένους, βρίσκεται σήμερα στη δίνη ενός σκανδάλου.
Η Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας αντέδρασε άμεσα.
Με ανακοίνωσή της, απομάκρυνε τον ηγούμενο, διέλυσε το υφιστάμενο Ηγουμενοσυμβούλιο και τοποθέτησε προσωρινή νέα διοίκηση. Το μήνυμα είναι σαφές: η Εκκλησία θέλει να προστατεύσει την πνευματική και ιστορική βαρύτητα της Μονής, αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη του κόσμου.
Πέρα από το ποινικό μέρος της υπόθεσης, το σκάνδαλο αυτό θέτει βαθιά ηθικά ερωτήματα.
Πώς γίνεται ένας ηγούμενος, θεματοφύλακας της μοναστικής παράδοσης, να βλέπει στα ιερά κειμήλια όχι την πνευματική τους ακτινοβολία αλλά το χρηματικό τους αντίτιμο;
Πώς ο τόπος που έπρεπε να αποτελεί άσυλο πίστης και μνήμης μετατράπηκε σε χώρο παράνομης συναλλαγής;
Η υπόθεση αποκαλύπτει μια πληγή: όταν η εξουσία και η απληστία μπαίνουν στον ναό, τότε η ίδια η πίστη τραυματίζεται. Η κοινωνία δεν σκανδαλίζεται μόνο από την αξία των κειμηλίων που κινδύνεψαν να χαθούν, αλλά κυρίως από το γεγονός ότι ο «προστάτης» τους φέρεται να έγινε ο «προδότης» τους.