Σε ανακριτή παραπέμφθηκαν για να απολογηθούν οι 13 τελωνειακοί και ο προϊστάμενός τους στον συνοριακό Σταθμό Μαυροματίου Θεσπρωτίας, οι οποίοι συνελήφθησαν την Πέμπτη από τους «Αδιάφθορους» της ΕΛ.ΑΣ.
Η αστυνομία μιλά για εξάρθρωση εγκληματικής ομάδας, αποτελούμενης από υπαλλήλους τελωνειακής Αρχής που λάμβαναν αθέμιτα οικονομικά ωφελήματα για μη πραγματοποίηση ελέγχων.
Στη δικογραφία που σχηματίσθηκε περιλαμβάνονται άλλα 404 άτομα για δωροδοκία, εκ των οποίων έχουν ταυτοποιηθεί 92.
Την επιχείρηση ανέλαβε η Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας Βορείου Ελλάδος. Αφού αξιοποιήθηκαν πληροφορίες, διακριβώθηκε η δράση της εγκληματικής οργάνωσης, αποτελούμενης από προϊστάμενο και 13 υπαλλήλους τελωνειακής Αρχής, οι οποίοι λάμβαναν αθέμιτα οικονομικά ωφελήματα, για μη πραγματοποίηση τελωνειακών ελέγχων σε διερχόμενους οδηγούς οχημάτων, κατά παράλειψη των υπηρεσιακών τους καθηκόντων.
Για την αποδόμηση της εγκληματικής οργάνωσης, πραγματοποιήθηκε χθες αστυνομική επιχείρηση, σε περιοχές της Ηπείρου και της Πελοποννήσου, κατά τη διάρκεια της οποίας συνελήφθησαν οι κατηγορούμενοι.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για κατά περίπτωση σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου, παράβαση καθήκοντος, κλοπή, εκβίαση, παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα, καθώς και των νομοθεσιών περί όπλων και περί ναρκωτικών.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο διερεύνησης καταγγελίας και μετά από χρήση ειδικών ανακριτικών πράξεων, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, έχοντας ως κοινό σκοπό τον παράνομο πλουτισμό, προέβαιναν σε λήψη αθέμιτων οικονομικών ωφελημάτων από πολίτες, είτε για να αποφύγουν τον τελωνειακό έλεγχο, είτε για να μην τους βεβαιωθούν κυρώσεις για παραβάσεις στις οποίες είχαν υποπέσει.
Κρίσιμο ρόλο στην οργάνωση, κατείχε ο προϊστάμενος του Τελωνείου, ο οποίος, παρά τη σαφή και θεσμική του υποχρέωση για εποπτεία, πρόληψη και καταστολή εκνόμων ενεργειών από τους υφισταμένους του, αφενός παρέλειπε εκ προθέσεως να ασκήσει τα καθήκοντά του, αφετέρου συνέπραττε ενεργά στην τέλεση των παράνομων πράξεων, λαμβάνοντας και ο ίδιος ποσά από τα αθέμιτα ωφελήματα.
Οι κατηγορούμενοι μάλιστα είχαν καταρτίσει και «τιμοκατάλογο» με τα χρηματικά ποσά που ζητούσαν ως ωφελήματα, ο οποίος ήταν γνωστός στους διερχόμενους και τον αποδέχονταν προκειμένου να πετύχουν την ανέλεγκτη διέλευσή τους από τον συνοριακό σταθμό.
Ενδεικτικά, λάμβαναν για κάθε λεωφορείο, τόσο κατά την είσοδο, όσο και κατά την έξοδο τουλάχιστον 10 ευρώ, ενώ για κάθε ΙΧΕ όχημα, αναλόγως τα μεταφερόμενα προϊόντα, το ποσό κυμαινόταν από 5 έως 200 ευρώ.
Τα ποσά αυτά τοποθετούνταν σε κουτί με ειδική κρύπτη, ώστε στη συνέχεια να μπορέσουν να διαχωρίσουν τη νόμιμη είσπραξη από το αθέμιτο ωφέλημα και να προχωρήσουν στον ισόποσο διαμοιρασμό μεταξύ τους.
Ωστόσο, διαπιστώθηκαν και μεμονωμένες πράξεις λήψης αθέμιτων χρηματικών ωφελημάτων από υπαλλήλους, που εκτελούσαν υπηρεσία μόνοι τους, χωρίς την παρουσία άλλου υπαλλήλου ή του προϊσταμένου.
Μάλιστα, για να αποφύγουν τον εντοπισμό τους σε περίπτωση αιφνιδιαστικού ελέγχου, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, τοποθετούσαν τα χρήματα στα ενδύματα ή τις προσωπικές τους τσάντες.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, κανένας έλεγχος δεν διενεργείτο σε πρόσωπα τα οποία παρείχαν αθέμιτα οικονομικά ωφελήματα και οι μοναδικοί έλεγχοι γίνονταν σε οχήματα και οδηγούς οι οποίοι δεν κατέβαλαν χρηματικά ποσά. Παράλληλα, δεν διαπιστώθηκαν συνθήκες συμφόρησης, ώστε να ανακύπτει ζήτημα δυσχέρειας στην ομαλή λειτουργία του Τελωνείου, κάτι θα ερμήνευε τον επιλεκτικό έλεγχο των διερχομένων.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι κατά το διάστημα από 15-5-2025 έως 1-6-2025, οι ευρισκόμενοι σε υπηρεσία κατηγορούμενοι, με διαφορετική σύνθεση κάθε φορά, προέβησαν στην από κοινού διάπραξη 303 δωροληψιών, με όφελος 5.274 ευρώ και στη διάπραξη 148 δωροληψιών από τον καθένα ξεχωριστά, με όφελος 1.945 ευρώ.
Μάλιστα, σε τρεις από αυτές τις περιπτώσεις, απαίτησαν εκβιαστικά αθέμιτα ωφελήματα, με απειλές βεβαίωσης παραβάσεων-επιβολής τελωνειακών κυρώσεων, σε βάρος διερχόμενων από το Τελωνείο, ενώ τέσσερις από τους κατηγορούμενους προχώρησαν 12 φορές σε αφαίρεση χρηματικών ποσών από το «κοινό» ταμείο της εγκληματικής οργάνωσης, εν αγνοία των υπολοίπων και προ της διαδικασίας διαμοιρασμού τους.